Εκείνοι που αγωνίζονταν πριν από 100 και 200 χρόνια για να έχουν όλοι οι πολίτες, ανεξαρτήτως περιουσίας, φύλου και φυλής, δικαίωμα ψήφου περίμεναν πως το καθολικό εκλογικό δικαίωμα θα οδηγούσε στην έκφραση-αντιπροσώπευση των συμφερόντων και των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων. Αποδείχθηκε πως δεν αρκούσε. Όχι μόνο γιατί ο εκάστοτε εκλογικός νόμος ζυγίζει διαφορετικά τις ψήφους στα μικρά κόμματα απ’ τις ψήφους στα μεγάλα αλλά και για έναν ακόμα ουσιώδη λόγο. Οι αντιπρόσωποι μπορούν την κατάλληλη στιγμή να μην αντιπροσωπεύουν αυτούς που τους ψήφισαν. Μπορούν να ψηφίσουν συγκεκριμένους νόμους κόντρα στις επιθυμίες των εκλογέων τους. Μπορούν όπως χαρακτηριστικά λέγεται ν’ αδιαφορήσουν για το πολιτικό κόστος.
Αφού λοιπόν δεν αρκεί, για την γνήσια αντιπροσώπευση των πολιτών το καθολικό εκλογικό δικαίωμα, πρέπει να περάσουμε στο επόμενο βήμα. Τη θεσμοθέτηση των δημοψηφισμάτων πρωτοβουλίας πολιτών. Ας ξεκινήσουμε με το ακυρωτικό δημοψήφισμα. Όταν οι αντιπρόσωποί μας στο κοινοβούλιο ψηφίζουν έναν νόμο που μας βρίσκει αντίθετους πρέπει να μπορούμε με τη συλλογή 100.000 υπογραφών να προκαλούμε δημοψήφισμα με ερώτημα την ακύρωσή του. Ο νόμος πρέπει ν’ ακυρώνεται αν το 50% + 1 των πολιτών που θα προσέλθουν στο δημοψήφισμα ψηφίσει υπέρ της ακύρωσής του. Κι αυτό ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής των εκλογέων στο δημοψήφισμα.
Διονύσης Αλεξόπουλος